fbicon

Nieuwgrieks, Vormleer en Zinsleer

Bezoek ook: www.woordenlijstnieuwgrieks.nl
Nieuwgrieks, Vormleer en Zinsleer
Bezoek ook: www.woordenlijstnieuwgrieks.nl

©

 
Grammatica//Morf/MorfWerw/MorfWerw1Rege1VerGgrp


Werkwoorden 1e vervoeging stam op -γ, -γγ, -γχ, -κ, -σκ, -χ, -χν, -σσ, -ττ


Stamtijden

      con 2 αόριστος passief con 2 αόριστος volt deelw
γ ανοίγω openen ανοίξω άνοιξα ανοίγομαι ανοιχτώ ανοίχτηκα ανοιγμένος
γγ σφίγγω klemmen σφίξω έσφιξα σφίγγομαι σφιχτώ σφίχτηκα σφιγμένος
γχ ελέγχω controleren ελέγξω έλεγξα ελέγχομαι ελεγχτώ ελέχτηκα ελεγχομένος
κ πλέκω breien πλέξω έπλεξα πλέκομαι πλεχτώ πλέχτηκα πλεγμένος
σκ διδάσκω onderwijzen διδάξω δίδαξα διδάσκομαι διδαχτώ διδάχτηκα διδαγμένος
χ καταψύχω invriezen καταψύξω κατέψυξα καταψύχομαι καταψυχθώ καταψύχθηκα κατεψυγμένος
χν φτιάχνω maken φτιάξω έφτιαξα φτιάχνομαι φτιαχτώ φτιάχτηκα φτιαγμένος
σσ αναπτύσσω ontwikkelen αναπτύξω ανέπτυξα αναπτύσσομαι αναπτυχτώ αναπτύχτηκα αναπτυγμένος
ττ εισπράττω incasseren εισπράξω εισέπραξα εισπράττομαι εισπραχθώ εισπράχθηκα εισπραγμένος

Vervoeging

actief   passief
  παρατατικός con 2 αόριστος     παρατατικός con 2 αόριστος
ανοίγω άνοιγα ανοίξω άνοιξα   ανοίγομαι ανοιγόμουν ανοιχτώ ανοίχτηκα
ανοίγεις άνοιγες ανοίξεις άνοιξες   ανοίγεσαι ανοιγόσουν ανοιχτείς ανοίχτηκες
ανοίγει άνοιγε ανοίξει άνοιξε   ανοίγεται ανοιγόταν ανοιχτεί ανοίχτηκε
ανοίγουμε ανοίγαμε ανοίξουμε ανοίξαμε   ανοιγόμαστε ανοιγόμασταν ανοιχτούμε ανοιχτήκαμε
ανοίγετε ανοίγατε ανοίξετε ανοίξατε   ανοίγεστε ανοιγόσασταν ανοιχτείτε ανοιχτήκατε
ανοίγουν(ε) άνοιγαν /
ανοίγανε
ανοίξουν(ε) άνοιξαν /
ανοίξανε
  ανοίγονται ανοίγονταν /
ανοιγόντουσαν
ανοιχτούν(ε) ανοίχτηκαν
                 
geb.w.1 geb.w.2 aparemfato tegenw. dw.   geb.w.1 geb.w.2 aparemfato tegenw. dw.
άνοιγε άνοιξε ανοίξει ανοίγοντας   - ανοίξου ανοιχτεί -
ανοίγετε ανοίξτε       ανοίγεστε ανοιχτείτε volt.dw.: ανοιγμένος

 

De volgende werkwoorden gaan op dezelfde wijze als ανοίγω:


θίγω (aan)raken   τυλίγω inpakken
  διαλέγω uitkiezen      
μπλέκω in de war brengen   περιπλέκω compliceren
αντέχω volhouden   προσέχω letten op
  βήχω hoesten      
-χν δείχνω tonen   ρίχνω gooien
  διώχνω wegjagen   σπρώχνω duwen
  ψάχνω zoeken      

 

Enkele onregelmatige werkwoorden

      con 2 αόριστος passief con 2 αόριστος volt deelw
γ εισάγω invoeren εισαγάγω εισήγαγα εισάγομαι εισαχθώ εισάχθηκα ') (εισαγμένος)
γγ                
γχ                
κ                
σκ βρίσκω vinden βρω βρήκα βρίσκομαι βρεθώ βρέθηκα -
χ βρέχω natmaken βρέξω έβρεξα βρέχομαι βραχώ βράχηκα βρε(γ)μένος
    komen     έρχομαι έρθω ήρθα ερχόμενος
    wensen     εύχομαι ευχηθώ ευχήθηκα ευχόμενος
χν                
σσ                
ττ πλήττω teisteren πλήξω έπληξα πλήττομαι πληγώ πλήγηκα -

') ook: επεισήχθηκα

 

 

 

 

 

© Auteursrecht voorbehouden. Zie pagina Copyright
 

.



 
  
 

Betekenis:
Betekenisleer

l

Zin:
Zinsleer

l

Woord:
Woordleer

l

Letter:
Alfabet

l

Klank:
Fonologie

     

*

*

*

*

   

+

+

De bovenstaande zwarte sterren geven van elke pagina het niveau aan.
1 ster: beginnersniveau
2 sterren: gevorderden-niveau
3 sterren: studieniveau
1 plus: beschouwing
2 plussen: overzicht